Γυναικεία Οργασμική Διαταραχή – Φυσιολογία – Θεραπεία

Το περίπλοκο και ποικίλο φαινόμενο του γυναικείου οργασμού επηρεάζει σημαντικά τη σεξουαλική υγεία και τη γενική ευημερία των γυναικών. Ενώ η έννοια του γυναικείου οργασμού έχει ιστορική αναγνώριση, η επιστημονική κατανόηση των μηχανισμών και της σημασίας του έχει αυξηθεί σταδιακά με την πάροδο του χρόνου. Οι μελέτες επί του θέματος έχουν αναδιαμορφώσει τους σύγχρονους ορισμούς και τις γνώσεις για τον γυναικείο οργασμό.

Ο γυναικείος οργασμός είναι μια φυσιολογική και ψυχολογική αντίδραση κατά τη σεξουαλική διέγερση. Χαρακτηρίζεται από έντονες ευχάριστες αισθήσεις, ρυθμικές συσπάσεις των μυών της πυέλου και αίσθημα απελευθέρωσης και ικανοποίησης. Θεωρείται συχνά ως η κορυφή της σεξουαλικής ευχαρίστησης, καθώς προηγούνται τα στάδια της διέγερσης/ενθουσιασμού, σταθεροποίησης και έπεται η λύση και μπορεί να διαφέρει από άτομο σε άτομο, ακόμη και από τη μια σεξουαλική επαφή στην άλλη, κατά το γραμμικό μοντέλο των Masters & Johnson. Ο γυναικείος οργασμός συνδέεται άμεσα με τη σεξουαλική ικανοποίηση και τη γενική υγεία, αλλά όχι πάντοτε με την αναπαραγωγική λειτουργία.

“Phases of sexual arousal and female orgasm”. Ανακτήθηκε Σεπτέμβριος 4, 2023 από

https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Phases_of_sexual_arousal_and_female_orgasm.png

Φυσιολογία γυναικείου οργασμού

Μια ενδιαφέρουσα και περίπλοκη διαδικασία που περιλαμβάνει πολυάριθμα εγκεφαλικά μονοπάτια και φυσιολογικές αντιδράσεις είναι η νευροφυσιολογία του γυναικείου οργασμού. Η βαθιά ουσία της ανθρώπινης σεξουαλικότητας αποκαλύπτεται από την κατανόηση των πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων μεταξύ του εγκεφάλου και του σώματος κατά τη διάρκεια αυτής της έντονης σεξουαλικής εμπειρίας.

Το κεντρικό νευρικό σύστημα, ιδιαίτερα ο εγκέφαλος, βρίσκεται στην καρδιά της νευροφυσιολογίας του γυναικείου οργασμού. Η σεξουαλική διέγερση, η οποία προκαλείται συχνά από ερωτογενείς ζώνες όπως η κλειτορίδα, ο κόλπος, οι μαστοί κ.α, στέλνουν ερεθίσματα αρχόμενα από το νωτιαίο μυελό και το περιφερικό νευρικό σύστημα κατά τη σεξουαλική συνεύρεση. Ο επικλινής πυρήνας εγκεφάλου διεγείρονται από αυτά τα ερεθίσματα και ως αποτέλεσμα απελευθερώνονται νευροδιαβιβαστές όπως η ντοπαμίνη. Η ντοπαμίνη με τη σειρα της, αυξάνει τον ενθουσιασμό καθώς συνδέεται με αισθήσεις ευχαρίστησης και προσμονής.

Ο εγκέφαλος επικοινωνεί με το αυτόνομο νευρικό σύστημα, το οποίο ρυθμίζει τις ακούσιες φυσιολογικές δραστηριότητες, καθώς αυξάνεται ο σεξουαλικός ενθουσιασμός. Αυτή η ενεργοποίηση προκαλεί σε ολόκληρο το σώμα αυξημένη αρτηριακή πίεση, καρδιακό ρυθμό και μυϊκή ένταση. Ένα κρίσιμο μέρος του εγκεφάλου, ο υποθάλαμος, εκκρίνει επίσης ωκυτοκίνη, γνωστή και ως η «ορμόνη της αγάπης». Οι διαδικασίες συναισθηματικής σύνδεσης και προσκόλλησης που διευκολύνει η ωκυτοκίνη ενισχύουν τη συναισθηματική σύνδεση που βιώνεται κατά τη σεξουαλική επαφή.

Η κλειτορίδα, ένα πολύ ευαίσθητο όργανο με πολλές νευρικές απολήξεις, είναι ένας από τους κύριους παράγοντες του γυναικείου οργασμού. Έντονες αισθήσεις μπορεί να προκύψουν από τη διέγερση της κλειτορίδας, και του πνευμονογαστρικού νεύρου, το οποίο μεταφέρει τις αισθητηριακές πληροφορίες από τις απολήξεις των κλειτοριδικών νεύρων στον εγκέφαλο. Ο αισθητηριακός φλοιός επεξεργάζεται αυτά τα σήματα, τα οποία βοηθούν τους ανθρώπους να αισθάνονται ευχαρίστηση και σεξουαλική επιθυμία.

Παράλληλα ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή αποτελούν νευροφυσιολογικές πτυχές του γυναικείου οργασμού που συμβάλλουν στην συναισθηματική επεξεργασία των βιωμάτων, στη σύνδεση τους με ευχάριστα συναισθήματα και ικανοποίηση και στην εγκαθίδρυση τους στη μνήμη του ατόμου.

Ο εγκέφαλος γίνεται πιο ενεργός κατά τη διάρκεια ενός οργασμού. Πολλές περιοχές του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένου του προμετωπιαίου φλοιού, ο οποίος συνδέεται με τη λήψη αποφάσεων, τον έλεγχο των παρορμήσεων και γνωστικές λειτουργίες ανωτέρου επιπέδου, είχαν μειωμένη ροή αίματος και δραστηριότητας, σύμφωνα με μεθόδους νευροαπεικόνισης. Η εικόνα αυτή θα μπορούσε να εξηγήσει την μειωμένη κατάσταση της συνείδησης και τις μειωμένες αναστολές που συχνά βιώνουν οι γυναίκες και που τους επιτρέπει τη συμμετοχή σε απελευθερωτικές συνευρέσεις.

“Areas of the sensory cortex that respond to stimulation to the clitoris, cervix, and vagina.”

Ανακτήθηκε Σεπτέμβριος 4, 2023 από https://www.vox.com/2015/4/1/8325483/orgasms-science

Το σώμα επιστρέφει στη φυσιολογική λειτουργία κατά τη φάση της λύσης, που ακολουθεί τον οργασμό με το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα να επιφέρει χαλάρωση και να μειώνει τη διέγερση. Η απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών και ορμονών όπως η σεροτονίνη και η προλακτίνη ενθαρρύνει τη χαλάρωση και το αίσθημα ευεξίας και ικανοποίησης. Η διάρκεια αυτής της μετα-οργασμικής κατάστασης ποικίλλει από άτομο σε άτομο.

Διαταραχή οργασμού

Η διαταραχή του γυναικείου οργασμού αποτελεί μια συνηθισμένη σεξουαλική δυσλειτουργία που επηρεάζει περίπου το 42% των γυναικών σε κάποιο σημείο της ζωής τους. Ορίζεται από επίμονη ή επαναλαμβανόμενη δυσκολία, καθυστέρηση ή απουσία επίτευξης οργασμού (ανοργασμία) κατά τη σεξουαλική επαφή ή/και μειωμένη ένταση της αίσθησης του οργασμού, ακόμη και όταν υπάρχει επαρκής διέγερση. Αυτή η διαταραχή μπορεί να βλάψει τη συνολική σεξουαλική ικανοποίηση ενός ατόμου και να οδηγήσει σε αγωνία ή διαπροσωπικά προβλήματα.

Αναφορικά με την ανοργασμία, αυτή ορίζεται ως η πλήρης απουσία οργασμού παρά το γεγονός ότι η γυναίκα βιώνει επαρκή σεξουαλική διέγερση και ευχαρίστηση. Ο υποτύπος του καθυστερημένου οργασμού περιλαμβάνει γυναίκες που βιώνουν οργασμό πολύ αργότερα από το αναμενόμενο ή μπορεί να μην συμβεί καθόλου ακόμη και μετά από παρατεταμένη σεξουαλική διέγερση. Τέλος, η διαταραχή οργασμικής έντασης περιλαμβάνει γυναίκες που βιώνουν οργασμούς, αλλά η αίσθηση τους  δεν είναι τόσο έντονη όσο επιθυμούν. Αν και η επίτευξη οργασμού μπορεί να είναι ευκολότερη, τα συναισθήματα που προκύπτουν είναι λιγότερο ευχάριστα και ικανοποιητικά, προκαλώντας δυστυχία και άγχος.

Τα συμπτώματα της διαταραχής ποικίλουν και μπορεί να περιλαμβάνουν σημαντική καθυστέρηση στην εμπειρία του οργασμού ή ακόμη και παντελή έλλειψη του. Ακόμη, ορισμένες γυναίκες μπορεί να αντιμετωπίσουν οργασμούς που είναι λιγότερο έντονοι ή ικανοποιητικοί από ό,τι θα ήθελαν ή είχαν βιώσει στο παρελθόν. Το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλο συναισθηματικό στρες, ανησυχία ή δυσαρέσκεια σε σχέση με τις σεξουαλικές συναντήσεις και τη γενική σεξουαλική λειτουργία, ανάλογά μάλιστα και με το πως το βιώνει κάθε άτομο ξεχωριστά.

Για να πούμε ότι μια γυναίκα βιώνει διαταραχή στον οργασμό της, τα συμπτώματα της διαταραχής, θα πρέπει να διαρκέσουν για σημαντικό χρονικό διάστημα, συνήθως τουλάχιστον έξι μήνες, κατά τους οποίους είναι πιθανό η γυναίκα να συνεχίζει να βιώνει συναισθήματα ικανοποίησης και διέγερσης κατά τη σεξουαλική επαφή και τα συμπτώματα αυτά δεν αποδίδονται σε εξωτερικές παραμέτρους όπως ιατρικές διαταραχές, παρενέργειες από τη λήψη φαρμάκων, κατάχρηση ουσιών ή ζητήματα που αφορούν τις διαπροσωπικές σχέσεις του ατόμου.

Η γυναικεία διαταραχή οργασμού έχει μια περίπλοκη και πολλαπλή αιτιολογία που συνδυάζει μια σειρά από διαπροσωπικά, ψυχολογικά και σωματικά στοιχεία. Για την ακριβή διάγνωση και θεραπεία της, είναι απαραίτητο να κατανοηθούν οι υποκείμενες αιτίες της.

Οι ψυχολογικές πτυχές έχουν συχνά μεγάλο αντίκτυπο καθώς η δυσκολία στον οργασμό μπορεί να προκληθεί από στρες, άγχος, μελαγχολία, προβλήματα εικόνας σώματος, τραυματικά γεγονότα του παρελθόντος, κατάθλιψη και μια ποικιλία άλλων παραγόντων.

Έπειτα, οι επιπλοκές στις στενές σχέσεις μπορεί να παίζουν ρόλο. Η διαταραχή μπορεί να προκύψει από έλλειψη συναισθηματικής σύνδεσης, κακή επικοινωνία και άλυτες εντάσεις που δημιουργούν ένα δυσμενές περιβάλλον για σεξουαλική απόλαυση. Οι κοινωνικοπολιτιστικές πτυχές, όπως οι κοινωνικές προσδοκίες και τα πρότυπα γύρω από τη γυναικεία σεξουαλικότητα καθώς επίσης και πολιτιστικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις και η σεξουαλική εμπειρία, μπορεί να επηρεάσουν τις σεξουαλικές επαφές μιας γυναίκας και να επιδεινώσουν σημαντικά την πορεία της διαταραχής.

Η σεξουαλική λειτουργία μπορεί ακόμη να επηρεαστεί τόσο από ιατρικούς όσο και από φυσικούς παράγοντες, όπως ο διαβήτης, η σκλήρυνση κατά πλάκας, τα καρδιακά προβλήματα, οι ορμονικές ανισορροπίες (επίπεδο οιστρογόνων και τεστοστερόνης) και τα προβλήματα του πυελικού εδάφους. Οι σεξουαλικές δυσκολίες μπορεί επίσης να είναι παρενέργεια φαρμάκων, ιδιαίτερα ορισμένων αντικαταθλιπτικών. Τέλος, η σεξουαλική λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά από ανθυγιεινές επιλογές τρόπου ζωής, όπως η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα, η χρήση ναρκωτικών και η έλλειψη τακτικής άσκησης.

Θεραπεία

Η κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση για τη θεραπεία της διαταραχής του γυναικείου οργασμού εξαρτάται από τη βάση των αίτιών και των συμπτωμάτων που παρουσιάζει η κάθε γυναίκα. Μετά την λήψη ενός πλήρους ιστορικού ο ψυχοσεξουαλικός θεραπευτής θα επιλέξει και την κατάλληλη θεραπεία.

Μία από τις δημοφιλέστερες θεραπευτικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιείται στη θεραπεία της γυναικείας οργασμικής διαταραχής και μπορεί να ωφεληθεί, η γυναίκα, σε μεγάλο βαθμό είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία (CBT). Ο πρωταρχικός στόχος της CBT είναι να εντοπίσει και να αντιμετωπίσει τις ψυχολογικές και συναισθηματικές αιτίες των δυσκολιών οργασμού των γυναικών και να διακόψει τα αρνητικά συναισθηματικά και συμπεριφορικά πρότυπα που αναπαράγει το άτομο. Ειδικότερα, η CBT ωθεί τις γυναίκες στον εντοπισμό και την αναμόρφωση επιβλαβών ιδεών και προκαταλήψεων για το σεξ και τη δική τους σεξουαλικότητα. Η ικανότητα των γυναικών με διαταραχή οργασμού να αισθάνονται ευχαρίστηση και οργασμό παρεμποδίζεται μερικές φορές από τις υπερβολικές προσδοκίες τους, τις αυτοκαταστροφικές πεποιθήσεις τους ή το υπέρμετρο άγχος.

Συνεχίζοντας, οι ψυχοσεξουαλικοί θεραπευτές εκπαιδεύουν τις θεραπευόμενες σχετικά με τον κύκλο της ανατομίας, της φυσιολογίας και της σεξουαλικής απόκρισης. Οι γυναίκες μπορούν να αισθάνονται λιγότερο διστακτικές και ανήσυχες για τις σεξουαλικές τους συναντήσεις, έχοντας καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το σώμα τους ανταποκρίνεται στον σεξουαλικό ενθουσιασμό. Ακόμη, ασκήσεις που τις βοηθούν να αποκτήσουν μεγαλύτερη επίγνωση των δικών τους σωματικών συναισθημάτων και αντιδράσεων ενσωματώνονται στην ψυχοσεξουαλική θεραπεία.

Έπειτα, ο θεραπευτής, μέσο της θεραπείας, θα βοηθήσει τις γυναίκες να βελτιώσουν την ικανότητά τους να μιλούν στους συντρόφους τους για τις σεξουαλικές τους επιθυμίες. Η ενίσχυση της επικοινωνίας μπορεί να προωθήσει τη συναισθηματική εγγύτητα και να μειώσει τις πιέσεις που ασκούνται από τις σχέσεις. Ακόμη η θεραπεία ενσωματώνει πρακτικές ενσυνειδητότητας και ασκήσεις χαλάρωσης για να μειώσει το άγχος και να ενισχύσει τη σεξουαλική απόλαυση. Αυτές οι τεχνικές μπορούν να βοηθήσουν τις γυναίκες να παραμείνουν συνδεδεμένες με την σεξουαλική δραστηριότητα, μειώνοντας έτσι το άγχος απόδοσης.

Ολοκληρώνοντας, είναι ζωτικής σημασίας να αναγνωριστεί ότι η έρευνα και η θεραπεία των διαταραχών του γυναικείου οργασμού παραμένουν σε εξέλιξη. Ωστόσο, καθημερινά, οι ερευνητές και επαγγελματίες εργάζονται για να βελτιώσουν την κατανόηση του θέματος, συνδυάζοντας ψυχολογία, βιολογία και κοινωνική δυναμική.

Βιβλιογραφία

1. American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and statistical manual of mental disorders: DSM-5™ (5th ed.). American Psychiatric Publishing.
https://repository.poltekkes-kaltim.ac.id/657/1/Diagnostic%20and%20statistical%20manual%20of%20mental%20disorders%20_%20DSM-5%20(%20PDFDrive.com%20).pdf

2. An, H., He, R. H., Zheng, Y. R., & Tao, R. (2017). Cognitive-Behavioral Therapy. Advances in experimental medicine and biology1010, 321–329.

3.  Basson R. (2001). Using a different model for female sexual response to address women’s problematic low sexual desire. Journal of sex & marital therapy27(5), 395–403.

3.  Bitzer, J., & Brandenburg, U. (2009). Psychotherapeutic interventions for female sexual dysfunction. Maturitas63(2), 160–163.

4.  Brotto, L. A., & Basson, R. (2014). Group mindfulness-based therapy significantly improves sexual desire in women. Behaviour research and therapy57, 43–54.

https://med-fom-brotto.sites.olt.ubc.ca/files/2014/11/Brotto-Basson-2014-Group-mindfulness-based-therapy-significantly-improves-sexual-desire-in-women-35191.pdf

5.  Calabrò, R. S., Cacciola, A., Bruschetta, D., Milardi, D., Quattrini, F., Sciarrone, F., la Rosa, G., Bramanti, P., & Anastasi, G. (2019). Neuroanatomy and function of human sexual behavior: A neglected or unknown issue?. Brain and behavior9(12), e01389. https://doi.org/10.1002/brb3.1389

6.  David, D., Lynn, S.J., & Montgomery, G.H. (Eds). (2017). Evidence-Based Psychotherapy: The State of the Science and Practice. Wiley Blackwell.

7.  Exton, M. S., Krüger, T. H., Bursch, N., Haake, P., Knapp, W., Schedlowski, M., & Hartmann, U. (2001). Endocrine response to masturbation-induced orgasm in healthy men following a 3-week sexual abstinence. World journal of urology19(5), 377–382.

8.  Georgiadis, J. R., Kortekaas, R., Kuipers, R., Nieuwenburg, A., Pruim, J., Reinders, A. A., & Holstege, G. (2006). Regional cerebral blood flow changes associated with clitorally induced orgasm in healthy women. The European journal of neuroscience24(11), 3305–3316.

9.  Georgiadis J. R. (2012). Doing it … wild? On the role of the cerebral cortex in human sexual activity. Socioaffective neuroscience & psychology2, 17337. https://doi.org/10.3402/snp.v2i0.17337

10.  Komisaruk, B. R., Beyer-Flores, C., & Whipple, B. (2006). The science of orgasm. The Johns Hopkins University Press.

11.  Komisaruk, B. R., Wise, N., Frangos, E., Liu, W. C., Allen, K., & Brody, S. (2011). Women’s clitoris, vagina, and cervix mapped on the sensory cortex: fMRI evidence. The journal of sexual medicine8(10), 2822–2830.

12.  Laan, E., Rellini, A. H., Barnes, T., & International Society for Sexual Medicine (2013). Standard operating procedures for female orgasmic disorder: consensus of the International Society for Sexual Medicine. The journal of sexual medicine10(1), 74–82.

13.  Lawrance, K. A., & Byers, E. S. (1995). Sexual satisfaction in long-term heterosexual relationships: The interpersonal exchange model of sexual satisfaction. Personal Relationships, 2(4), 267-285.

14.  Levin R. J. (2002). The physiology of sexual arousal in the human female: a recreational and procreational synthesis. Archives of sexual behavior31(5), 405–411.

15.  Mah, K., & Binik, Y. M. (2001). The nature of human orgasm: a critical review of major trends. Clinical psychology review, 21(6), 823–856.

16.  Mark, K. P., & Jozkowski, K. N. (2013). The mediating role of sexual and nonsexual communication between relationship and sexual satisfaction in a sample of college-age heterosexual couples. Journal of sex & marital therapy39(5), 410–427.

17.  Masters, W. H., & Johnson, V. E. (1966). Human Sexual Response. Little, Brown & Co.

18.  Salmani, Z., Zargham-Boroujeni, A., Salehi, M., K Killeen, T., & Merghati-Khoei, E. (2015). The existing therapeutic interventions for orgasmic disorders: recommendations for culturally competent services, narrative review. Iranian journal of reproductive medicine13(7), 403–412.

19.  Shifren, J. L., Braunstein, G. D., Simon, J. A., Casson, P. R., Buster, J. E., Redmond, G. P., Burki, R. E., Ginsburg, E. S., Rosen, R. C., Leiblum, S. R., Caramelli, K. E., & Mazer, N. A. (2000). Transdermal testosterone treatment in women with impaired sexual function after oophorectomy. The New England journal of medicine343(10), 682–688.

20.  Wenzel A. (2017). Basic Strategies of Cognitive Behavioral Therapy. The Psychiatric clinics of North America40(4), 597–609.

21.  Wise, N. J., Frangos, E., & Komisaruk, B. R. (2016). Activation of sensory cortex by imagined genital stimulation: an fMRI analysis. Socioaffective neuroscience & psychology6, 31481.
https://doi.org/10.3402/snp.v6.31481

22.  Woodard, T. L., & Diamond, M. P. (2009). Physiologic measures of sexual function in women: a review. Fertility and sterility92(1), 19–34. https://doi.org/10.1016/j.fertnstert.2008.04.041

Picture credits: freepik.com

Post a comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Χρησιµοποιούµε cookies για να σας δώσουμε την καλύτερη δυνατή εµπειρία.