Σεξουαλικοί παραβάτες
Οι σεξουαλικοί παραβάτες στρέφονται προς τους ειδικούς ψυχικής υγείας κυρίως έπειτα από δικαστική απόφαση. Ειδικότερα, τα σεξουαλικά εγκλήματα αφορούν είτε την έλλειψη συναίνεσης (π.χ. σεξουαλική επίθεση) είτε την αδυναμία συναίνεσης (π.χ. παιδική παρενόχληση). Τα άτομα που έχουν καταδικαστεί για σεξουαλικές παραβάσεις σε κάποιες περιπτώσεις φέρουν κάποια ήδη διαγνωσμένη ψυχική διαταραχή, με τις πιο κοινές διαγνώσεις να σχετίζονται με διαταραχές προσωπικότητας στον άξονα Β (ναρκισσιστική, οριακή, αντικοινωνική) και τις παραφιλίες, με προεξέχουσα την παιδεραστία. Ακόμα και για τα άτομα που δεν έχουν λάβει επίσημη διάγνωση, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ύπαρξης κάποιων ψυχολογικών χαρακτηριστικών, όπως παρορμητικότητα, έλλειμμα ανοχής στους κανόνες, ή συναισθηματική ταύτιση με τα παιδιά, που είναι άξια παρέμβασης.
Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις σε σεξουαλικούς παραβάτες αποσκοπούν στη μείωση πιθανότητας υποτροπής. Οι παρεμβάσεις αφορούν είτε φαρμακευτικές είτε ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Αναφορικά με τη φαρμακευτική αγωγή, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης ορμονικών σκευασμάτων με στόχο της καταστολή της τεστοστερόνης, αλλά και άλλων φαρμάκων που επηρεάζουν τη λίμπιντο μέσω άλλων μηχανισμών. Τα φάρμακα που επηρεάζουν τη λίμπιντο μέσω άλλων μηχανισμών είναι τα αντιψυχωσικά και τα σεροτονινεργικά αντικαταθλιπτικά (SSRIs).
Πριν την ανάλυση των θεραπευτικών παρεμβάσεων, αξίζει να σημειωθεί ότι αυτές βασίζονται σε συγκεκριμένα θεωρητικά πλαίσια. Τα κυρίαρχα πλαίσια είναι το μοντέλο Ρίσκου-Ανάγκης-Ανταπόκρισης (Risk-Need-Responsibility Model) , το μοντέλο Good Lives, και το μοντέλο αυτό-ρύθμισης (Self-Regulation Model for Offending). Αυτά τα μοντέλα δημιουργούν ένα περιγεγραμμένο πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πρέπει να κινείται η θεραπευτική προσέγγιση.
Οι γνωσιακές-συμπεριφορικές παρεμβάσεις συμπεριλαμβάνουν την παραδοσιακή γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, και τα προγράμματα πρόληψης υποτροπής (relapse prevention programs). Αυτές προτάσσουν ως κυρίαρχο στόχο τον ανασχηματισμό εσφαλμένων γνωσιών που δικαιολογούν την αντικοινωνική συμπεριφορά, την εκμάθηση νέων γνωστικών δεξιοτήτων, και την επικέντρωση σε εκείνες τις εσωτερικές διεργασίες που επιτρέπουν στο άτομο να δεσμεύεται σε στοχοκατευθυνόμενες συμπεριφορές, με σκοπό την τροποποίησή τους.
Πέραν των γνωσιακών-συμπεριφορικών παρεμβάσεων, η ψυχοδυναμική προσέγγιση έχει κερδίσει έδαφος στα ιατροδικαστικά περιβάλλοντα και τη διαχείριση των σεξουαλικών παραβατών. Οι σύγχρονες τέτοιου τύπου θεραπείες, συμπεριλαμβάνουν την εστιασμένη στη μεταβίβαση ψυχοθεραπεία (transference-focused psychotherapy-TFP) καθώς και τη θεραπεία τη βασισμένη στη διανοητικοποίηση (mentalization-based therapy-MBT). Η TFP, χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για τη θεραπεία της οριακής διαταραχής προσωπικότητας. Αν και η αρχική ανάπτυξη δεν αφορούσε τους σεξουαλικούς παραβάτες, χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία τους, αφού υποστηρίζει ότι οι συμπεριφορικές αποκλίσεις των παραβατών είναι αποτέλεσμα παθολογικών, εσωτερικών διεργασιών από το παρελθόν. Από την άλλη, η MBT έχει τις ρίζες της στη θεωρία της προσκόλλησης αλλά και τη γνωσιακή θεωρία, με στόχο την ενίσχυση της ικανότητας των ασθενών να κατανοούν την ψυχική τους κατάσταση.
Θύματα σεξουαλικών παραβατών
Η επεξεργασία των συναισθημάτων που προκύπτουν μετά από μια σεξουαλική επίθεση μέσω της ψυχοθεραπείας είναι περίπλοκη. Η αντιμετώπιση των θυμάτων σεξουαλικής επίθεσης εντάχθηκε στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία τις τελευταίες δεκαετίες. Η θεραπεία των θυμάτων σεξουαλικής επίθεσης βασίζεται σε διάφορους γενικότερους ή ειδικότερους τύπους ψυχοθεραπείας, συμπεριλαμβανομένης της ψυχοδυναμικής ψυχοθεραπείας, της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας με εστίαση στο τραύμα (trauma focused cognitive-behavioral therapy/TF-CBT) και της θεραπείας απευαισθητοποίησης και επανεπεξεργασίας των οφθαλμικών κινήσεων (eye movement desensitization and reprocessing therapy/EMDR).
Η ψυχοδυναμική ψυχοθεραπεία έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη θεραπεία ασθενών με διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD) που μπορεί να προκλήθηκε από σεξουαλική επίθεση. Αυτή η προσέγγιση επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την επίθεση. Αυτά αφορούν τη συζήτηση της εμπειρίας, την εστίαση στο συναίσθημα και την έκφρασή του, τη διερεύνηση των πτυχών της εμπειρίας που το θύμα αποφεύγει με επαναλαμβανόμενα μοτίβα συμπεριφοράς, και την εστίαση τόσο στις διαπροσωπικές σχέσεις όσο και την ίδια τη θεραπευτική σχέση. Ο θεραπευτής οφείλει να δημιουργήσει ένα δίχτυ ασφαλείας που θα επιτρέψει στο θύμα να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του, δείχνοντας ενσυναίσθηση και μη κριτική στάση. Χωρίς αυτά τα στοιχεία, ένας ασθενής μπορεί να αισθανθεί ανασφαλής και να αναβιώσει το τραύμα.
Η γνωσιακή-συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία που εστιάζει στο τραύμα αποτελεί ένα μοντέλο ενδυνάμωσης της ανθεκτικότητας του θύματος, το οποίο βασίζεται στις αναπροσαρμοσμένες αρχές της γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας. Τα βασικά στοιχεία αυτού του μοντέλου αφορούν στην ψυχοεκπαίδευση σχετικά με τον αντίκτυπο του τραύματος, την ανάπτυξη δεξιοτήτων για την τροποποίηση της απόκρισης στην εμπειρία του τραύματος, και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας. Αξίζει να σημειωθεί πως ο βασικός στόχος αυτής της θεραπευτικής προσέγγισης είναι να δημιουργηθεί το κατάλληλο έδαφος ώστε το θύμα να μπορεί να αφηγηθεί την εμπειρία του τραύματος.
Η EMDR (Eye Movement Desensitization and Reprocessing) είναι μια ψυχοθεραπεία που έχει σχεδιαστεί για να ανακουφίζει το στρες του ατόμου που σχετίζεται με τραυματικές αναμνήσεις. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ο θεραπευτής κινεί τα δάχτυλά του εμπρός και πίσω μπροστά στο πρόσωπο του ασθενούς, έτσι ώστε ο ασθενής να τον ακολουθεί με τα μάτια του. Ενώ ο ασθενής παρακολουθεί τη ρυθμική κίνηση με τα μάτια του, ο θεραπευτής θα ζητήσει από τον ασθενή να ανακαλέσει το τραυματικό γεγονός, και σταδιακά να μετατοπίσει τις αρνητικές σκέψεις σε πιο ευχάριστες. Η επανεπεξεργασία των στόχων χρησιμεύει στην απευαισθητοποίηση του ασθενούς από το στρες που προκλήθηκε από την τραυματική εμπειρία. Η διαρκής ανάπτυξη και ενδυνάμωση αυτο-καταπραϋντικών δεξιοτήτων αυξάνει την αυτοπεποίθηση και την αίσθηση αυτο-κυριαρχίας του ατόμου που έχει επιβιώσει από σεξουαλική επίθεση ή/και κακοποίηση. Παρότι η EMDR δεν εφαρμόζεται μόνο με βάση την κίνηση των οφθαλμών αλλά και με μεθόδους όπως η χρήση ενός μετρονόμου ή το χτύπο του ποδιού του θεραπευτή στο έδαφος, φαίνεται ως ιδιαιτέρως αποτελεσματική στη μετα-τραυματική διαταραχή στρες.
Βιβλιογραφία
1. Andrews, D. A., Bonta, J., & Hoge, R. D. (1990). Classification for Effective Rehabilitation: Rediscovering Psychology. Criminal Justice and Behavior, 17(1), 19–52. https://doi.org/10.1177/0093854890017001004
2.Burgess, A. W., & Holmstrom, L. L. (1974). Rape Trauma Syndrome. American Journal of Psychiatry, 131(9), 981–986. https://doi.org/10.1176/ajp.131.9.981
3.Cowan, A., Ashai, A., & Gentile, J. P. (2020). Psychotherapy with Survivors of Sexual Abuse and Assault. Innovations in Clinical Neuroscience, 17(1–3), 22–26.
4.Cohen, J. A., Mannarino, A. P., Perel, J. M., & Staron, V. (2007). A Pilot Randomized Controlled Trial of Combined Trauma-Focused CBT and Sertraline for Childhood PTSD Symptoms. Journal of the American Academy of Child & Adolescent Psychiatry, 46(7), 811–819. https://doi.org/10.1097/chi.0b013e3180547105
5.Cusack, K., Jonas, D. E., Forneris, C. A., Wines, C., Sonis, J., Middleton, J. C., Feltner, C., Brownley, K. A., Olmsted, K. R., Greenblatt, A., Weil, A., & Gaynes, B. N. (2016). Psychological treatments for adults with posttraumatic stress disorder: A systematic review and meta-analysis. Clinical Psychology Review, 43, 128–141. https://doi.org/10.1016/j.cpr.2015.10.003
6.Hanson, R. K., & Yates, P. M. (2013). Psychological Treatment of Sex Offenders. Current Psychiatry Reports, 15(3), 348. https://doi.org/10.1007/s11920-012-0348-x
7.Mann, R. E., Hanson, R. K., & Thornton, D. (2010). Assessing risk for sexual recidivism: Some proposals on the nature of psychologically meaningful risk factors. Sexual Abuse: A Journal of Research and Treatment, 22(2), 191–217. https://doi.org/10.1177/1079063210366039
8.Khan, O., Ferriter, M., Huband, N., Powney, M. J., Dennis, J. A., & Duggan, C. (2015). Pharmacological interventions for those who have sexually offended or are at risk of offending. Cochrane Database of Systematic Reviews. https://doi.org/10.1002/14651858.CD007989.pub2
9.Gibbels, C., Kneer, J., Hartmann, U., & Krueger, T. H. C. (2019). State of the Art Treatment Options for Actual and Potential Sexual Offenders and New Prevention Strategies. Journal of Psychiatric Practice, 25(4), 242–257. https://doi.org/10.1097/PRA.0000000000000395
Picture credits: freepik